Από τη Λίζα Μάτσα,
Η Margot Wolk ήταν μια από τις 15 γυναίκες που διακινδύνευαν τη ζωή τους κάθε φορά που κατάπιναν μια μπουκιά από το φαγητό του Αδόλφου Χίτλερ. Η 96χρονη πλέον Γερμανίδα Wolk αναζητώντας τη λύτρωση, αποφάσισε να λύσει τη σιωπή 70 χρόνων και να αποκαλύψει άγνωστες και σκοτεινές πτυχές της ζωής της κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν τυχαία δούλεψε ως δοκιμαστής του φαγητού του ναζιστικού δικτάκτορα που φοβόταν μήπως κάποιος τον δηλητηριάσει. Στην ηλικία των 25 αφού ο άντρας της είχε καταταγεί στον γερμανικό στρατό, εκείνη αναγκάστηκε να μετακομίσει σε μια πρωσική πόλη -που σήμερα ανήκει στην Πολωνία- και έτυχε δίπλα της να μένει ένας στενός συνεργάτης του Χίτλερ. Τελικά το σπίτι της καταστράφηκε και ο γείτονας της προσέφερε την δουλειά, ενώ η ίδια την δέχτηκε χωρίς να ξέρει τι είναι. Κάθε μέρα, ένας φύλακας την έπαιρνε και την οδηγούσε μέσα σε ένα εγκαταλελειμμένο σχολείο για να δοκιμάσει το φαγητό του Χίτλερ. Η συνέχεια της ζωής της ήταν μονόδρομος.
Ο φόβος του ηγέτη των Ναζί σχετικά με το φαγητό προέκυψε λόγω των φημών οι οποίες ήθελαν τους Βρετανούς να προσπαθούν να τον δηλητηριάσουν. Μάλιστα, ο Χίτλερ επειδή φοβόταν να μην πεθάνει δεν έτρωγε ποτέ κρέας και όλη του η διατροφή ήταν τα μακαρόνια, το ρύζι, ο αρακάς, τα νούντλς και το κουνουπίδι. Θυμάται έντονα τα πιάτα που η ίδια και τα άλλα κορίτσια δοκίμασαν, όπως επίσης και το σπαρακτικό κλάμα που ακολουθούσε μετά από κάθε γεύμα. Ακόμα κι αν είχαν μπροστά τους το καλύτερο φαγητό του κόσμου, δεν μπορούσαν να το απολαύσουν γιατί από στιγμή σε στιγμή μπορεί να άφηναν την τελευταία τους πνοή. Όπως αποκαλύπτει και η ίδια η Margot Wolk στην συνέντευξή της: “Μερικά από τα κορίτσια έκλαιγαν μόλις άρχιζαν να τρώνε, επειδή ήταν πολύ φοβισμένες. Έπρεπε να το τρώμε όλο και στην συνέχεια να περιμένουμε μια ώρα. Κάθε φορά τρομοκρατούμασταν στην ιδέα ότι θα αρρωστήσουμε.” Δηλώνει χαρακτηριστικά: “Αφού τρώγαμε, ξεσπάγαμε όλες σε λυγμούς, επειδή ήμασταν τόσο ευτυχείς που έχουμε επιζήσει”.
Αν και δούλευε για τον Χίτλερ, η Margot ομολογεί πως ποτέ δεν τον συνάντησε από κοντά. Αφού δραπέτευσε, βρήκε καταφύγιο στο Βερολίνο, και αργότερα, το 1945 στη Ρωσία. Δυστυχώς για εκείνη πιάστηκε από τον ρωσικό στρατό και κακοποιήθηκε από τους βρετανούς αξιωματικούς για δύο βδομάδες, προσθέτοντας κι άλλους εφιάλτες στο ήδη βεβαρημένο της παρελθόν. Και μετά παραπονιέσαι ότι μισείς τη δουλειά σου.