Από τον Χρήστο Ζαμπούνη
Περνάμε ένα μεγάλο μέρος της ζωής μας στο τραπέζι. Για τους περισσότερους εξ ημών είναι μια απόλαυση, αλλά για πόσους είναι τέχνη; Όπως έλεγε και ο Anthelme Brillat- Savarin στη «Φυσιολογία του Γούστου», «Τα ζώα βόσκουν, οι άνθρωποι σιτίζονται, μόνο οι πνευματώδεις τύποι γνωρίζουν πώς να τρώνε».
Στη χώρα μας υπάρχει η ιδεοληψία ότι επειδή είμαστε «χαλαρός» λαός, όλα επιτρέπονται. Βρέθηκα τις προάλλες σε ένα καθώς πρέπει κατά τα άλλα σπίτι, όπου όλα ήταν ετοιμασμένα στην εντέλεια, μόνο που οι οικοδεσπότες θεωρούσαν chic να είναι ανοικτή η τηλεόραση καθ’ όλη τη διάρκεια του δείπνου. O tempora, o mores! Η έλλειψη οικειότητας δεν μου επέτρεψε να ζητήσω να την κλείσουν, αλλά πρόσεξα ότι αρκετοί συνδαιτυμόνες ηρέσκοντο να παρακολουθούν δια του κανθού περισσότερο τη μικρή οθόνη παρά τη συζήτηση στο τραπέζι. Ας το ξεκαθαρίσουμε από την αρχή. Δεν έχει εφευρεθεί ακόμη –τη εξαιρέσει του κινητού τηλεφώνου– μεγαλύτερος εχθρός του κοινωνικού διαλόγου. Ο άνθρωπος με καλούς τρόπους έχει πάρει αυτόματο διαζύγιο από την τηλεόραση. Ιδίως όταν κάθεται για φαγητό. Ως διάκονος της παραδόσεως θεωρεί το δείπνο μια από τις πλέον εκλεπτυσμένες αφορμές κοινωνικής συνευρέσεως. Τούτο βεβαίως δεν σημαίνει ότι δεν θα καθίσει με τους φίλους του μπροστά στην τηλεόραση να δει έναν ποδοσφαιρικό αγώνα τρώγοντας πίτσα. Το αντίθετο! Αλλά γνωρίζει πότε και πώς να το κάνει.